Πέμπτη 4 Ιουνίου 2009

Ο «Απάτσι» που έγινε «Ντακότα …»

Συνηθίζεται στον τόπο μας και λίγο ή πολύ, κάποιος – κάπου – κάποτε, μας «κόλλησε» και ένα παρατσούκλι. Το παρατσούκλι υπάρχει από τα παλιά χρόνια και συνεχίζεται και στις ημέρες μας με επιτυχία! Στην πλούσια βιβλιογραφία μας βρίσκουμε παρατσούκλια που δημιουργήθηκαν από τον χαρακτήρα του κάθε ενός χωριστά - ακόμα και από την ύστερη αρχαιότητα, που έφτασαν ως τις ημέρες μας από την διάθεση συγγραφέων και διανοούμενων να περιγράψουν με τρόπο γλαφυρό την καθημερινότητα των απλών ανθρώπων. Και μέσα από τη δική τους διάθεση μαθαίνουμε τα προβλήματα, τις χαρές και τις λύπες, τον έρωτα κτλ. Και είναι συναρπαστικό να μαθαίνουμε τους καημούς, τις αγωνίες, τις ευτυχισμένες στιγμές ανθρώπων πριν από δυό χιλιάδες χρόνια. Εύκολα δε μπορούμε να διαπιστώσουμε πως η ανθρώπινη πορεία δεν αλλάζει εύκολα συνήθειες. Μερικά ονόματα μάλιστα είναι ενδεικτικά της διάθεσης των συγγραφέων να μας δώσουν το κλίμα της εποχής. Αρτεπίθυμος και Κνισόζωμος», «Οινοπνίκτης και Κοτυλοβρόχθισος», «Γνάθων και Λειχοπίνακας»

Συνηθίζεται και στο κυνήγι να «κολλάμε» παρατσούκλια στους φίλους μας και στους εχθρούς μας! Γεννημένα προφανέστατα από κάποια αιτία ή συμβάν, στο κυνήγι ή στην ιδιωτική ζωή μας. Και καταλήγουμε σε πολλές περιπτώσεις και αναφέρουμε τους φίλους μας ή τους εχθρούς μας μόνο με το παρατσούκλι τους που μας έγινε περισσότερο οικείο με την πάροδο του χρόνου. Και ασφαλώς όλοι μας θα γνωρίζουμε και κάποιον συνάνθρωπό μας που υιοθέτησε παρατσούκλι σαν κύριο επώνυμο.
Έχω ακούσει πολλά και διάφορα παρατσούκλια στη δική μου ομάδα αλλά και σε άλλες. Συνηθίζονται επίσης και πολλά ινδιάνικα ονόματα, ίσως επειδή φανερώνουν τη γνώση της φύσης από τους Ινδιάνους. Και έχουμε τον «Απάτσι», τον «Ναβάχο», τον «Τσερόκι», τον «Ντακότα» κ.α. Όλως τυχαίως τα ονόματα αυτά έχουν δοθεί και σε αμερικάνικα μοντέλα αυτοκινήτων, πλήν του αρχικού που δόθηκε σε πολεμικό ελικόπτερο. Ονόματα μάχιμα δηλαδή. Οι αμερικάνοι είναι έξυπνοι άνθρωποι. Αφού εξαφάνισαν και έδιωξαν τους Ινδιάνους από τη γη τους την εποχή που δημιουργούσαν ένα καινούριο έθνος, κάτι έπρεπε να κάνουν για να τους αποκαταστήσουν. Και εκτός από όμορφες ταινίες που περιγράφονται σε αυτές οι συνήθειες των Ινδιάνων και η ζωή τους γενικότερα, έφτιαξαν και γερά αυτοκίνητα και ελικόπτερα και τα βάπτισαν με ονόματα κυνηγημένων φυλών. Οι ινδιάνικες φυλές της Αμερικής – οι παλιοί κάτοικοι δηλαδή της αχανούς ηπείρου, χαρακτηρίζονταν από τη βαθιά γνώση τους για τη φύση. Και σαν κυνηγοί ήσαν άριστοι. Κυνηγούσαν δε, για τις ανάγκες της φαμίλιας και της φυλής, αποθήκευαν για τους δύσκολους χειμώνες τα απαραίτητα εφόδια και διακρίνονταν για την αγάπη τους στη γη των προγόνων τους. Και ήσαν φυλές ειρηνικές, με τις δικές τους δοξασίες αλλά και τους μάγους τους που έπαιζαν τον ουσιαστικό αρχηγό της κάθε φυλής.

Βέβαια, στην χώρα μας «Ντακότα» ονομάζουμε και το παλιό πολεμικό μεταγωγικό αεροπλάνο που οι παλιότεροι ίσως να θυμούνται και ειδικότερα κάποιοι αλεξιπτωτιστές που έκαναν από αυτό τις ρίψεις τους. Όμως και τον στρατιώτη εκείνο που την «κάνει λούφα και παραλλαγή» ή σε άλλες περιπτώσεις «τον λοιπό οπλίτη» «Ντακότα» τον βαπτίσαμε. Όρεξη να ‘χει κανείς και διαλέγει ότι θέλει.
Ο «Απάτσι» πάλι για παράδειγμα δήλωνε τον σκληρό πολεμιστή, τον καλό ιχνηλάτη, τον άριστο τοξότη που τα βέλη της φαρέτρας τους δεν λάθευαν στο στόχο. Ο «Απάτσι» στο δικό μας κυνήγι δηλώνει τον καλό ιχνηλάτη που βλέπει τα αχνάρια του «άγριου» ακόμα και στα δυσκολότερα σημεία. Και όλοι μας ξέρουμε καλά πως το κυνήγι του αγριόχοιρου εξαρτάται άμεσα από τις καλές ιχνηλασίες. Ο δικός μας δηλαδή «Απάτσι» είναι απαραίτητος σε κάθε ομάδα για το επιθυμητό αποτέλεσμα

-----------------------------------------------------------------

Και εκεί στα βαθύσκια πλατάνια με το νερό να κυλά ανάμεσα τους - σε πρόσφατο εκπαιδευτικό, η μικρή παρέα μας, κουρασμένη από τη ζέστη, ψιλοτρώγοντας και πίνοντας δροσερό κρασί που ανάσταινε το «σύστημα», το γύρισε ως συνήθως στις ιστορίες και στα παραμύθια. Και ανάμεσα στα άλλα του αρχηγού, άκουσα και τούτο: «είχαμε και εμείς στην ομάδα μας τον Απάτσι και αυτός κατέληξε «Ντακότα…».


Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Τύπος - Κυνήγι του Ελεύθερου Τύπου» την Τετάρτη 3 Ιουνίου 2009.